κειμένοις

κειμένοις
κεῖμαι
Aër.
perf part mp masc/neut dat pl
κεῖμαι
Aër.
pres part mp masc/neut dat pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • АРЕОПАГ —    • Άρειος πάγος, ό,        1. холм в Афинах к западу от акрополя, см. Attica, 11, Аттика;        2. Α., древнейшее и знаменитейшее афинское судилище (δικαστήριον) и вместе с тем государственный, облеченный политической властью совет (βουλή),… …   Реальный словарь классических древностей

  • ενάντιος — και εναντίος και ανάντιος, α, ο(ν) (AM ἐναντίος, Μ και ἐνάντιος και ἀνάντιος) 1. (με εχθρ. σημ.) αντίθετος, εχθρικά διακείμενος, δυσμενής 2. ως ουσ. αντίπαλος, αντίδικος, εχθρός («νίκας κατ ἐναντίων δωρούμενος», τροπ. εκκλ.) 3. αντίθετος,… …   Dictionary of Greek

  • επεγγελώ — ἐπεγγελῶ, άω (AM) γελώ για κάτι, κοροϊδεύω, περιπαίζω, εμπαίζω («τοῑς ἐχθροῑσί τοι φιλοῡσι πάντες κειμένοις ἐπαγγελᾱν», Σοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + εγγελώ «εμπαίζω»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”